Κολπίτιδα-Ουρολοιμώξεις

O Δρ Τάσος Βαρθολομαίος είναι Ιατρός-Ομοιοπαθητικος  εξειδικευμένος στην Γυναικολογικη Παθολογία(Gynaecological Pathology)



Η Oμοιοπαθητική θεραπεύει συχνά Κολπιτιδα-Ουρολοιμώξεις.Μια από τις καθημερινές θεραπευτικές εφαρμογές της Oμοιοπαθητικής είναι η θεραπεία της κολπίτιδας και των ουρολοιμώξεων χωρίς τις παρενέργειες των συμβατικών φαρμάκων.Η Ομοιοπαθητική  Φαρμακολογία περιλαμβάνει πολλά εξειδικευμένης δράσης ομοιοπαθητικά φάρμακα για τη θεραπεία τους. Η κλινικά και ολιστικά εφαρμοσμένη Ομοιοπαθητική, που απευθύνεται τόσο στον ασθενή όσο και σε αυτή την ίδια την πάθηση, είναι από τις αποτελεσματικότερες μεθόδους που βοηθούν  να  θεραπευθεί η κολπίτιδα και οι ουρολοιμώξεις και να εμποδισθεί  η εξέλιξη των προβλήμάτων που σχετίζονται με αυτές. Η ομοιοπαθητική θεραπευτική εμπειρία έχει δείξει ότι ένας μεγάλος αριθμός ασθενών θεραπεύεται οριστικά με τα ομοιοπαθητικά φάρμακα.Τα ομοιοπαθητικά φάρμακα που συνταγογραφούνται  απευθυνονται σε όλους τους παράγοντες που είναι υπεύθυνοι για  την κολπίτιδα και τις ουρολοιμώξεις σε κάθε ένα συγκεκριμμένο άτομο.Η επιλογή των κατάλληλων ομοιοπαθητικών φαρμάκων, τα οποία συνταγογραφούνται, γίνεται μετα από κατάλληλη λήψη και αναλυση του ομοιοπαθητικού ιστορικού.Ο Δρ Τάσος Βαρθολομαίος έχει μακρόχρονη κλινική εμπειρία  στην Ομοιοπαθητική θεραπεία της κολπίτιδας και των ουρολοιμώξεων, συνδυάζοντας αρμονικά την κλασσική ολιστική θεραπευτική με τη σύγχρονη ιατρική γνώση


Η κολπίτιδα είναι μικροβιακή λοίμωξη ή φλεγμονή που έχει ως αποτέλεσμα να διαταράσσεται η σύσταση των φυσιολογικών κολπικών εκκρίσεων. Συνήθως η κολπίτιδα είναι αποτέλεσμα μόλυνσης με παθογόνους μικροοργανισμούς όπως είναι τα βακτήρια και οι μύκητες, που είτε προέρχονται από το παχύ έντερο και μεταναστεύουν στον κόλπο διαμέσου του περινέου είτε βρίσκουν την ευκαιρία να αναπτυχθούν εξαιτίας κάποιων διαταραχών. Ανάλογα με τον υπεύθυνο οργανισμό, μπορούμε να διακρίνουμε τις εξής κατηγορίες κολπίτιδας:

Τριχομοναδική κολπίτιδα

Είναι συνήθης στην αναπαραγωγική ηλικία. Οφείλεται στην τριχομονάδα, ένα αναερόβιο πρωτόζωο, μια μορφή μικροοργανισμού. Ο παρασιτικός αυτός μικροοργανισμός είναι η αιτία πρόκλησης της τριχομονάδωσης, όπου είναι η πιο κοινή παθογόνος λοίμωξη από πρωτόζωα σε ανθρώπους στις βιομηχανικές χώρες . Η τριχομονάδα ευρίσκεται στο 20% περίπου των γυναικών, χωρίς να δίνει συμπτώματα κολπίτιδας. Όταν εμφανιστεί τριχομοναδική κολπίτιδα, παρατηρείται λεπτόρρευστη δύσοσμη έκκριση, κιτρινοπράσινου χρώματος, συχνά αφρώδης που συνοδεύεται από ερυθρότητα . Τα μικρά χείλη και ο πρόδρομος του κόλπου είναι εξέρυθρα ενώ ο βλεννογόνος του κόλπου έχει σκοτεινέρυθρη χροιά και είναι γεμάτος από αιμορραγικές κηλίδες. Συνυπάρχει κνησμός και παρατηρούνται διαβρώσεις ή και λειχηνοποίηση των μικρών και των μεγάλων χειλέων του αιδοίου ή και της γύρω περιοχής.

Μυκητιασική κολπίτιδα

Συνήθως είναι υπεύθυνη η Candida albicans. Πρόκειται για ένα μύκητα ο οποίος προκαλεί ευκαιριακές λοιμώξεις σε ανθρώπους αλλά και συστηματικές λοιμώξεις σε ανοσοκατασταλμένους ασθενείς (π.χ. σε ασθενείς με AIDS, ασθενείς που λαμβάνουν χημειοθεραπεία, μεταμόσχευση). Η Candida albicans είναι ένας από τους μύκητες που αποτελούν τη φυσιολογική εντερική χλωρίδα. Υπό φυσιολογικές συνθήκες ανιχνεύεται στο 80% των ανθρώπων, χωρίς όμως να προκαλεί συμπτώματα. Η υπεραύξηση της όμως οδηγεί στην καντιντίαση. Φυσιολογικά η ποσότητα είναι μικρή καθώς ελέγχεται από το ανοσοποιητικό σύστημα και από τη μικροχλωρίδα που υπάρχει στο πεπτικό σωλήνα, δηλαδή από τους υπόλοιπους μικροοργανισμούς του εντέρου . Πολλές φορές οι μύκητες μεταναστεύουν από το παχύ έντερο στον κόλπο προκαλώντας κολπίτιδες.
 
Το κύριο σύμπτωμα της μυκητιασικής κολπίτιδας είναι ο κνησμός. Το έκκριμα είναι λευκού χρώματος και θυμίζει το τυρί τύπου cottage. Οι μυκητιασικές κολπίτιδες είναι συχνές σε γυναίκες που πάσχουν από διαβήτη, σε εγκυμονούσες, σε γυναίκες που λαμβάνουν αντιβιοτικά ευρέος φάσματος ή κορτιζόνη, σε πάσχουσες από σιδηροπενική αναιμία  και σε γυναίκες που λαμβάνουν αντισυλληπτικά και ανοσοκατασταλτικά . Η νόσος μεταδίδεται και με τη σεξουαλική οδό, ενώ δεν είναι σπάνια και η λοίιμωξη με γοννόκοκο ή τριχομονάδα. Η κλινική εικόνα μοιάζει με την τριχομοναδική κολπίτιδα αλλά το μεν υγρό είναι κρεμώδες, η δε ερυθρότητα δύναται να επεκτείνεται και στις μηρογγενητικές πτυχές.

Βακτηριακή κολπίτιδα

Ο τύπος αυτός κολπίτιδας οφείλεται σε διάφορους μικροοργανισμούς με συχνότερο την Gardnerella vaginalis, ένα αναερόβιο βακτήριο που ενοχοποιείται για το 95% των περιπτώσεων. Πάντα όμως η βακτηριακή κολπίτιδα οφείλεται σε πολλούς ταυτόχρονα οργανισμούς. Στην πραγματικότητα η βακτηριακή κολπίτιδα είναι ένας μαζικός αποικισμός του κόλπου από διάφορα μικρόβια. Αρκετές γυναίκες δεν έχουν συμπτώματα. Σε άλλες περιπτώσεις το κολπικό έκκριμα είναι λιγοστό και γκριζόλευκο με δυσάρεστη οσμή ψαριού. Θεωρείται σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα και συχνά συνυπάρχει με τριχομοναδική ή μυκητιασική κολπίτιδα.

Κολπίτιδα από χλαμύδια

Πρόκειται για μία σεξουαλικώς μεταδιδόμενη μορφή κολπίτιδας. Τα χλαμύδια είναι μια ομάδα βακτηρίων και ονομάζονται Chlamydia Τrachomatis. Οι περισσότερες γυναίκες δεν εμφανίζουν συμπτώματα, γεγονός που δυσχεραίνει πολύ τη διάγνωση. Συνήθως παρουσιάζουν ελαφριά ροή αίματος, ειδικά μετά τη σεξουαλική πράξη και μπορεί να έχουν πόνο χαμηλά στην κοιλιά ή στη μέση. Στις γυναίκες προσβάλει τον τράχηλο της μήτρας, τις σάλπιγγες και το ουροποιητικό σύστημα. Ακόμη μπορούν να προσβληθούν τα μάτια, ο φάρυγγας (από στοματική σεξουαλική επαφή) και ο πρωκτός (από πρωκτική επαφή), σε προχωρημένη νόσο που μένει αθεράπευτη μπορούν να προσβληθούν και οι αρθρώσεις. Τα χλαμύδια αποτελούν ένα σύνηθες φαινόμενο σε νέες γυναίκες (18-35 ετών) που εναλλάσσουν ερωτικούς συντρόφους. Εάν η μόλυνση δεν αντιμετωπιστεί θεραπευτικά, ενδέχεται να προκαλέσει προβλήματα στα αναπαραγωγικά όργανα της γυναίκας, μειώνοντας τις πιθανότητες της να μείνει έγκυος στο μέλλον.
 
H Oμοιοπαθητική μπορεί να βοηθήσει σημαντικά σε προβλήματα γυναικολογικά που αφορούν τον τράχηλο της μήτρας,ιδιαίτερα χρόνιες φλεγμονές,δηλαδή χρόνια κολπίτιδα-τραχηλίτιδα-ενδομητρίτιδα-σαλπιγγίτιδα.

Ουρολοίμωξη

Μια λοίμωξη του ουροποιητικού συστήματος (ουρολοίμωξη) αποτελεί βακτηριακή λοίμωξη, η οποία επηρεάζει μέρος του ουροποιητικού συστήματος. Όταν επηρεάζει το κατώτερο ουροποιητικό είναι ευρύτερα γνωστή ως απλή κυστίτιδα (μόλυνση της ουροδόχου κύστης) και όταν επηρεάζει το ανώτερο ουροποιητικό είναι γνωστή ως πυελονεφρίτιδα (λοίμωξη των νεφρών). Τα συμπτώματα μιας λοίμωξης στο κατώτερο ουροποιητικό περιλαμβάνουν επώδυνη ούρηση και είτε συχνοουρία ή αίσθημα ούρησης (ή και τα δύο), ενώ αυτά της πυελονεφρίτιδας πέραν από τα συμπτώματα μιας λοίμωξης του κατώτερου ουροποιητικού περιλαμβάνουν πυρετό και πόνο στα πλευρά. Στους ηλικιωμένους και τους πολύ νέους, τα συμπτώματα μπορεί να είναι αόριστα ή ασαφή. Και για τους δύο τύπους λοίμωξης κύρια γενεσιουργός αιτία είναι το βακτήριο εσερίχια κόλι, ωστόσο άλλα βακτήρια, ιοί ή μύκητες μπορεί να προκαλέσουν επίσης ουρολοιμώξεις αλλά σπανιότερα.
Οι ουρολοιμώξεις προκύπτουν συχνότερα στις γυναίκες απ’ ό,τι στους άνδρες, με τις μισές γυναίκες να έχουν πάθει ή να πρόκειται να πάθουν τουλάχιστον μία λοίμωξη κάποια στιγμή στη ζωή τους. Η επιστροφή της λοίμωξης είναι συχνό φαινόμενο
Το βακτήριο E. coli είναι η αιτία για το 80–85% των ουρολοιμώξεων, με τον σαπροφυτικό σταφυλόκοκκο σταφυλόκοκκος ο σαπροφυτικός να αποτελεί την αιτία για το 5–10% των περιπτώσεων. Σπανιότερα, οι ουρολοιμώξεις είναι ιογενείς ή μυκητογενείςλοιμώξεις.Άλλα βακτήρια που προκαλούν ουρολοίμωξη είναι μεταξύ άλλων: η κλεψιέλα, ο πρωτέας, η ψευδομονάδα, και ο εντερόκοκκος. Αυτά τα αίτια δεν είναι συχνά και συνδέονται συνήθως με ανωμαλίες του ουροποιητικού συστήματος ή καθετηριασμό ουροδόχου κύστης.Ουρολοιμώξεις που οφείλονται στον χρυσίζοντα σταφυλόκοκκο προκύπτουν συνήθως ως αποτέλεσμα λοιμώξεων του αίματος.

Σεξουαλική δραστηριότητα

Σε νεαρές σεξουαλικά ενεργές γυναίκες, η σεξουαλική δραστηριότητα είναι η αιτία για το 75–90% των λοιμώξεων της ουροδόχου κύστης, με τον κίνδυνο μόλυνσης να συνδέεται με τη συχνότητα των σεξουαλικών επαφών.Ο όρος «κυστίτιδα του μέλιτος» έχει χρησιμοποιηθεί για την περιγραφή του φαινομένου των συχνών ουρολοιμώξεων κατά τα πρώτα χρόνια του έγγαμου βίου. Σε γυναίκες που βρίσκονται στην μετεμμηνόπαυση, η σεξουαλική δραστηριότητα δεν επηρεάζει τον κίνδυνο ανάπτυξης ουρολοίμωξης. Η χρήση σπερματοκτόνων, ανεξάρτητα από τη συχνότητα των σεξουαλικών επαφών, αυξάνει τον κίνδυνο ουρολοίμωξης.
Οι γυναίκες είναι πιο ευάλωτες και επιρρεπείς σε ουρολοιμώξεις απ’ ό, τι οι άνδρες καθώς στις γυναίκες η ουρήθρα είναι πολύ κοντύτερη και πολύ πιο κοντά στον πρωκτό. Καθώς τα επίπεδα οιστρογόνων μιας γυναίκας μειώνονται με την εμμηνόπαυση, οι πιθανότητες εμφάνισης ουρολοιμώξεων αυξάνεται λόγω της απώλειας προστατευτικής κολπικής χλωρίδας.

H Oμοιοπαθητική μπορεί να βοηθήσει σημαντικά στις ουρολοιμωξεις και ιδιαίτερα στις υποτροπιάζουσες χρόνιες κυστίτιδες.